ὑπόδειγμα

ὑπόδειγμα
ὑπόδειγ-μα, ατος, τό,
A sign, token, indication, v. l. in X.Eq.2.2 (pl.);

φιλαγαθίας IG22.1011.81

.
2 illustration, picture showing how something is to be done, Apollon.Cit.2,3.
II pattern, Plb.3.17.8;

μετανοίας LXX Si.44.16

, cf. 2 Ma.6.28;

ὑ. καὶ σκιά Ep.Hebr.8.5

, cf. 9.23;

τὸ ὑ. τοῦ οἴκου LXX Ez.42.15

: in Inscrr.,

πρὸς ὑπόδειγμα ἀρετῆς CIG2769

,2774,2775d (add.), al. ([place name] Aphrodisias);

καλὸν ὑ. τῆς ἰδίας προαιρέσεως καταβαλλόμενος BMus.Inscr.925b22

(Branchidae, i B. C.): but also

ὑ. ἀπειθίας BGU747 ii 14

(ii A. D.);

ὑ. μελλόντων ἀσεβεῖν 2 Ep.Pet.2.6

.
III example, instance, AP6.342, Ph.Bel.69.10, D.H. Comp.17, Hp.Ep.17, Herm. in Phdr.p.185 A.;

ὑποδείγματος χάριν Nicom.Ar.1.8

; specimen, BGU1141.43 (i B. C.), etc.: pl., Phld.Rh. 1.8 S., al.:—rejected as less correct than παράδειγμα by the Atticists, Phryn.4.

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • ὑπόδειγμα — sign neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • υπόδειγμα — το / ὑπόδειγμα, ΝΜΑ [ὑποδείκνυμι] μτφ. παράδειγμα για μίμηση (α. «υπόδειγμα εκπαιδευτικού» β. «πρὸς ὑπόδειγμα ἀρετῆς», επιγρ. γ. «ὑπόδειγμα τῷ πλήθει ποιῶν ἑαυτόν», Πολ.) νεοελλ. 1. δείγμα, πρότυπο για την τήρηση ορισμένου σχεδίου ή ορισμένης… …   Dictionary of Greek

  • υπόδειγμα — το, ατος 1. τύπος, πρότυπο, κανόνας, μοντέλο (για την κατασκευή ομοιόμορφων πραγμάτων): Υπόδειγμα αίτησης. 2. (για πρόσωπα), υποδειγματικός άνθρωπος, τύπος και υπογραμμός …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ὑπόδειγμ' — ὑπόδειγμα , ὑπόδειγμα sign neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ανθιβόλιο — Υπόδειγμα εικόνας το οποίο χρησιμεύει για την αναδημιουργία της ή την αναπαράστασή της πάνω σε άλλο αντικείμενο (αγγείο, τοίχος κλπ.). Λέγεται και ανθίβολο. Το α. είναι γνωστό από την αρχαιότητα, χρησιμοποιήθηκε όμως περισσότερο στην αγιογραφία… …   Dictionary of Greek

  • ὑποδειγμάτων — ὑπόδειγμα sign neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑποδείγμασι — ὑπόδειγμα sign neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑποδείγμασιν — ὑπόδειγμα sign neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑποδείγματα — ὑπόδειγμα sign neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑποδείγματι — ὑπόδειγμα sign neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ὑποδείγματος — ὑπόδειγμα sign neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”